στῆθι

From LSJ

τὰ ἐν τῷ σώματι ἀποκρινόμενα → bodily secretions

Source

French (Bailly abrégé)

2ᵉ sg. impér. ao.2 de ἵστημι.

Greek Monotonic

στῆθι: προστ. αορ. βʹ του ἵστημι.

Russian (Dvoretsky)

στῆθι: 2 л. sing. imper. aor. 2 к ἵστημι.