τερσανόεσσα

From LSJ

Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod

Menander, Monostichoi, 193
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τερσᾰνόεσσα Medium diacritics: τερσανόεσσα Low diacritics: τερσανόεσσα Capitals: ΤΕΡΣΑΝΟΕΣΣΑ
Transliteration A: tersanóessa Transliteration B: tersanoessa Transliteration C: tersanoessa Beta Code: tersano/essa

English (LSJ)

epithet of ἀσπίς, Il.3.334 as read by Zenod. ap. Sch. A (τερμιόεσσαν corr. Robert).

Greek Monolingual

ἡ, Α
(πιθ. αν.) χαρακτηρισμός ασπίδας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει διορθωθεί σε τερμιόεσσα (βλ. λ. τερμιόεις)].