τιράζ

From LSJ

μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά → you are worried and bothered about so many things, thou art careful and troubled about many things, you are worried and upset about many things

Source

Greek Monolingual

το, Ν
άκλ. ο αριθμός αντιτύπων στα οποία εκδίδεται ένα έντυπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. tirage < ρ. tirer «τραβώ»].