Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τριγωνοκέφαλος

From LSJ

Τὸν αὐτὸν αἰνεῖν καὶ ψέγειν ἀνδρὸς κακοῦ → Hominis mali est culpare, quem laudaverit → Den selben lobt und tadelt nur ein schlechter Mann

Menander, Monostichoi, 506

Greek Monolingual

ο, Ν
1. αυτός που παρουσιάζει τριγωνοκεφαλία
2. ζωολ. γένος οφιδίων που περιλαμβάνει ιοβόλα φίδια τών οποίων το μήκος φθάνει μέχρι και 1,50 μέτρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. trigonocephalous < τρίγωνος + -κέφαλος (< κεφαλή). Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν Λεξικόν τών Σχινά και Λεβαδέως].