φθῆ

From LSJ

Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter

Menander, Monostichoi, 127

English (Autenrieth)

see φθάνω.

Greek Monotonic

φθῆ: Επικ. αντί ἔφθη, γʹ ενικ. αορ. βʹ του φθάνω.