φυτονόσος

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259

Greek Monolingual

η, Ν
ασθένεια τών φυτών που οφείλεται είτε σε προσβολή τους από ζωικούς ή φυτικούς οργανισμούς ή από ιούς είτε σε δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες.