φυτονόσος

From LSJ

ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time

Source

Greek Monolingual

η, Ν
ασθένεια τών φυτών που οφείλεται είτε σε προσβολή τους από ζωικούς ή φυτικούς οργανισμούς ή από ιούς είτε σε δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες.