φωνικός

From LSJ

Λιμῷ γὰρ οὐδέν ἐστιν ἀντειπεῖν ἔπος → Famem adeo responsare nil contra datur → Erfolgreich widerspricht dem Hunger nicht ein Wort

Menander, Monostichoi, 321
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φωνικός Medium diacritics: φωνικός Low diacritics: φωνικός Capitals: ΦΩΝΙΚΟΣ
Transliteration A: phōnikós Transliteration B: phōnikos Transliteration C: fonikos Beta Code: fwniko/s

English (LSJ)

φωνική, φωνικόν = φωνητικός, Phld.Mus.p.35 K.; οἱ φ. declaimers, Cat.Cod.Astr.8(4).213,214.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΜΑ φωνή
αυτός που έχει και παράγει φωνή, φωνήεις
αρχ.
(το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ φωνικοί
οι ρήτορες.