χαιρετιστικός

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χαιρετιστικός Medium diacritics: χαιρετιστικός Low diacritics: χαιρετιστικός Capitals: ΧΑΙΡΕΤΙΣΤΙΚΟΣ
Transliteration A: chairetistikós Transliteration B: chairetistikos Transliteration C: chairetistikos Beta Code: xairetistiko/s

English (LSJ)

χαιρετιστική, χαιρετιστικόν, Sch.rec.A.Pers.l.c.

Greek Monolingual

-ή, -ό / χαιρετιστικός, -ή, -όν, ΝΜ χαιρετισμός
αυτός που αναφέρεται στον χαιρετισμό, που γίνεται για να δηλώσει χαιρετισμό.