χορδοτόνο
From LSJ
τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς, οἷον ἄνθρωπος, βοῦς, τρέχει, νικᾷ → and the simple forms of speech, for example: 'man', 'ox', 'runs', 'wins'
Greek Monolingual
το / χορδοτόνον, ΝΜΑ
βλ. χορδοτόνος.
τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς, οἷον ἄνθρωπος, βοῦς, τρέχει, νικᾷ → and the simple forms of speech, for example: 'man', 'ox', 'runs', 'wins'
το / χορδοτόνον, ΝΜΑ
βλ. χορδοτόνος.