Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrum → Gewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick
τρῆμα, ὀπή, κεχηνός, κατάτρησις, τρύπη, τρύπημα, τρώγλη, τρῆσις, σχίσμα