Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann
κληρουχέω, κληρόω, κλαρόω, κατακληρουχέω, κατακληρονομέω