ἀγάλακτες

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336

German (Pape)

[Seite 7] VLL. ὁμογάλακτες, ὁμογενεῖς.

Greek (Liddell-Scott)

ἀγάλακτες: ὁμογάλακτες, ὁμογενεῖς, Ἀρχ. λεξ.