οὐ σύ με λοιδορεῖς, ἀλλ᾿ ὁ τόπος → it is not thou who mockest me, but the roof on which thou art standing (Aesop)
pf. dor. de ἀκούω.
ἄκουκα: Λακων. παρακ. του ἀκούω.
ἄκουκα: дор. Plut. pf. к ἀκούω.