Ἀπολλωνιάτης

From LSJ

Ἐν μυρίοισι τὰ καλὰ γίγνεται πόνοις → Magni est laboris, quicquid est pulchri uspiam → Das Schöne formt in tausendfältgen Mühen sich

Menander, Monostichoi, 176

Spanish (DGE)

-ου
• Alolema(s): jón. -ιήτης Hdt.9.92
apoloniata oriundo o habitante de Apolonia
de Ἀπολλωνία 1, Hdt.9.92
de Ἀπολλωνία 3, X.HG 5.2.13
de Ἀπολλωνία 5, Plb.2.9.8, D.S.19.70, Plu.Brut.26, St.Byz.s.u. Ἀπολλωνία
de Ἀπολλωνία 7, D.L.6.81
de Ἀπολλωνία 24, D.S.16.72.

Russian (Dvoretsky)

Ἀπολλωνιάτης: ου, ион. Ἀπολλωνιήτης, εω ὁ уроженец или житель Аполлонии Her., Xen.