κακῶν ἀπέστω θάνατος, ὡς ἴδῃ κακά → of all evils let only death be absent, so he may see evils
1ᵉ pl. épq. opt. ao.2 de ἐκδύω.
ἐκδῦμεν: Επικ. αντί ἐκδῦναι, απαρ. αορ. βʹ του ἐκδύω.
ἐκδῦμεν: эп. 1 л. aor. 2 opt. к ἐκδύω.