ἐσέπτατο
From LSJ
Περὶ τῶν Ἱπποκράτους καὶ Πλάτωνος δογμάτων → On the Doctrines of Hippocrates and Plato
French (Bailly abrégé)
v. εἰσίπταμαι.
Russian (Dvoretsky)
ἐσέπτατο: ион. 3 л. sing. aor. med. к εἰσίπταμαι.
Greek (Liddell-Scott)
ἐσέπτατο: ἴδε εἰσπέτομαι.
Greek Monotonic
ἐσέπτατο: βλ. εἰσπέτομαι.