ἐφιπποτοξότης

From LSJ

Φεύγειν ἀεὶ δεῖ δεσπότας θυμουμένους → Fugiendus herus est semper ira percitus → Geh einem Herr, der zornig ist, stets aus dem Weg

Menander, Monostichoi, 534

German (Pape)

[Seite 1119] ὁ, v. l. für ἀμφιπποτοξότης.

Russian (Dvoretsky)

ἐφιπποτοξότης: ου ὁ конный стрелок (Diod. - v. l. ἀμφιπποτοξότης).

Greek (Liddell-Scott)

ἐφιπποτοξότης: -ου, ὁ ἔφιππος τοξότης, ἴδε ἐν λ. ἀμφιπποτοξότης.

Greek Monolingual

ἐφιπποτοξότης, ὁ (Α)
έφιππος τοξότης.