ἕρπιλλα
From LSJ
German (Pape)
[Seite 1034] ἡ, = ἑρπήλη, Numen. bei Ath. 306 c.
Greek (Liddell-Scott)
ἕρπιλλα: ἡ, ὄνομα θαλασσίου ζῴου, Νουμήνιος ἐν «Ἁλιευτικῷ» παρ’ Ἀθην. 306C· ἑρπίλλας (ἑρπήλας Kaibel) δολιχήποδας αὐτόθι 305Α.
[Seite 1034] ἡ, = ἑρπήλη, Numen. bei Ath. 306 c.
ἕρπιλλα: ἡ, ὄνομα θαλασσίου ζῴου, Νουμήνιος ἐν «Ἁλιευτικῷ» παρ’ Ἀθην. 306C· ἑρπίλλας (ἑρπήλας Kaibel) δολιχήποδας αὐτόθι 305Α.