ἱματιεύομαι

From LSJ

Οὐκ ἔστι πενίας οὐδὲ ἓν μεῖζον κακόν → Non ullum paupertate maius est malum → Als Armut gibt es keine größre Schlechtigkeit

Menander, Monostichoi, 436

Greek (Liddell-Scott)

ἱμᾰτιεύομαι: ἀποθ., κατασκευάζω ἱμάτια· οἱ ἱματιευόμενοι (ἱματευόμενοι Κουμαν. Συναγ. Λέξ.), ἡ συντεχνία τῶν ἱματοποιῶν, Ἐπιγραφ. Θυατ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 3480.