Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ὑπηνόβιος

From LSJ
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπηνόβῐος Medium diacritics: ὑπηνόβιος Low diacritics: υπηνόβιος Capitals: ΥΠΗΝΟΒΙΟΣ
Transliteration A: hypēnóbios Transliteration B: hypēnobios Transliteration C: ypinovios Beta Code: u(phno/bios

English (LSJ)

ὑπηνόβιον, living by his beard, i.e. by bullying, Pl.Com.124.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπηνόβιος: -ον, ὁ καθ’ ὅλον τὸν βίον γενειάζων, Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Πρέσβεσι» 2.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που σε ολόκληρη τη ζωή του διατηρεί γενειάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπήνη + -βιος (< βίος), πρβλ. νυκτόβιος].