ἀνταποστροφή: Difference between revisions
From LSJ
(big3_4) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ῆς, ἡ<br />[[vuelta]], [[curva en sentido contrario]] ἀνταποστροφήν τινα ἀπ' ἀλλήλων ποιουμένων describiendo (los dos cabos) uno frente a otro sus curvas en sentido contrario</i> Str.6.1.5. | |dgtxt=-ῆς, ἡ<br />[[vuelta]], [[curva en sentido contrario]] ἀνταποστροφήν τινα ἀπ' ἀλλήλων ποιουμένων describiendo (los dos cabos) uno frente a otro sus curvas en sentido contrario</i> Str.6.1.5. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀνταποστροφή]], η (Α) (για τόπους) το να [[είναι]] στραμμένοι, να βλέπουν [[προς]] αντίθετα [[σημεία]] του ορίζοντα. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:20, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A turning away from one another, of places which face opposite ways, Str.6.1.5.
German (Pape)
[Seite 244] ἡ, gegenseitige Entfernung, Strab.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνταποστροφή: ἡ, τὸ ἀποστρέφεσθαι ἀπό τινος, ἐπὶ τόπων βλεπόντων πρὸς ἀντίθετα μέρη, «νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς, καθάπερ καὶ ἡ Καῖνυς πρὸς τὴν ἑσπέραν, ἀνταποστροφήν τινα ἀπ’ ἀλλήλων ποιουμένων αὐτῶν» Στράβ. 257.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
vuelta, curva en sentido contrario ἀνταποστροφήν τινα ἀπ' ἀλλήλων ποιουμένων describiendo (los dos cabos) uno frente a otro sus curvas en sentido contrario Str.6.1.5.
Greek Monolingual
ἀνταποστροφή, η (Α) (για τόπους) το να είναι στραμμένοι, να βλέπουν προς αντίθετα σημεία του ορίζοντα.