δέξιος: Difference between revisions

From LSJ

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473
(8)
(No difference)

Revision as of 06:26, 29 September 2017

Greek Monolingual

-α, -ο
ο δεξιός, ο επιδέξιος, ο επιτήδειος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δεξιός, ο αναβιβασμός του τόνου πιθ. από επίδραση του επιδέξιος).