εἰσεγγίζω: Difference between revisions

From LSJ

τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαιshow the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away

Source
(6_13a)
(10)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εἰσεγγίζω''': μέλλ. -ίσω, [[πλησιάζω]], ἀμφ. γραφ. παρὰ Πολυβ. 12. 9, 6, [[ἔνθα]] πιθανῶς διορθωτέον ἐγγίζοντα ἢ (κατὰ Reiske) συνεγγίζοντα.
|lstext='''εἰσεγγίζω''': μέλλ. -ίσω, [[πλησιάζω]], ἀμφ. γραφ. παρὰ Πολυβ. 12. 9, 6, [[ἔνθα]] πιθανῶς διορθωτέον ἐγγίζοντα ἢ (κατὰ Reiske) συνεγγίζοντα.
}}
{{grml
|mltxt=[[εἰσεγγίζω]] (Α)<br />[[πλησιάζω]].
}}
}}

Revision as of 06:28, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰσεγγίζω Medium diacritics: εἰσεγγίζω Low diacritics: εισεγγίζω Capitals: ΕΙΣΕΓΓΙΖΩ
Transliteration A: eisengízō Transliteration B: eisengizō Transliteration C: eiseggizo Beta Code: ei)seggi/zw

English (LSJ)

   A approach, dub. l. in Plb.12.19.6 (prob. ἐγγίζοντα).

German (Pape)

[Seite 742] sich nähern, Pol. 12, 19, 6.

Greek (Liddell-Scott)

εἰσεγγίζω: μέλλ. -ίσω, πλησιάζω, ἀμφ. γραφ. παρὰ Πολυβ. 12. 9, 6, ἔνθα πιθανῶς διορθωτέον ἐγγίζοντα ἢ (κατὰ Reiske) συνεγγίζοντα.

Greek Monolingual

εἰσεγγίζω (Α)
πλησιάζω.