ἐπιστροφίς: Difference between revisions

From LSJ

Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht

Menander, Monostichoi, 187
(6_12)
(13)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιστροφίς''': -ίδος, ἡ, «[[ὅταν]] ἡ ὀσφὺς ᾖ στρεβλὴ» Ἡσύχ.: ― κατὰ πληθ., «τρίχες συνεστραμμέναι» Ἡσύχ.· ― «οἱ δὲ παλαιοί, φασὶ καὶ ὅτι οὐ μόνον οὖλαι ἀλλὰ καὶ ἐπιστροφίδες, αἱ συνεστραμμέναι τρίχες. Εὐστ. 1561. 38.
|lstext='''ἐπιστροφίς''': -ίδος, ἡ, «[[ὅταν]] ἡ ὀσφὺς ᾖ στρεβλὴ» Ἡσύχ.: ― κατὰ πληθ., «τρίχες συνεστραμμέναι» Ἡσύχ.· ― «οἱ δὲ παλαιοί, φασὶ καὶ ὅτι οὐ μόνον οὖλαι ἀλλὰ καὶ ἐπιστροφίδες, αἱ συνεστραμμέναι τρίχες. Εὐστ. 1561. 38.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐπιστροφίς]], ἡ (Α) [[επίστροφος]]<br /><b>1.</b> εξαρθρωμένη ή παραμορφωμένη [[οσφύς]]<br /><b>2.</b> [[μπούκλα]] μαλλιού.
}}
}}

Revision as of 06:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιστροφίς Medium diacritics: ἐπιστροφίς Low diacritics: επιστροφίς Capitals: ΕΠΙΣΤΡΟΦΙΣ
Transliteration A: epistrophís Transliteration B: epistrophis Transliteration C: epistrofis Beta Code: e)pistrofi/s

English (LSJ)

(A), ίδος, ἡ,

   A dislocation, Hsch.    2 in pl., curls, Eust.1561.38.
ἐπιστροφ-ίς (B), ίδος, ἡ, = Lat.

   A anaticula (part of a door), Gloss.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιστροφίς: -ίδος, ἡ, «ὅταν ἡ ὀσφὺς ᾖ στρεβλὴ» Ἡσύχ.: ― κατὰ πληθ., «τρίχες συνεστραμμέναι» Ἡσύχ.· ― «οἱ δὲ παλαιοί, φασὶ καὶ ὅτι οὐ μόνον οὖλαι ἀλλὰ καὶ ἐπιστροφίδες, αἱ συνεστραμμέναι τρίχες. Εὐστ. 1561. 38.

Greek Monolingual

ἐπιστροφίς, ἡ (Α) επίστροφος
1. εξαρθρωμένη ή παραμορφωμένη οσφύς
2. μπούκλα μαλλιού.