ἐπαπείλησις: Difference between revisions

From LSJ

εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin

Source
(6_8)
(13)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπαπείλησις''': -εως, ἡ, ἀπειλή, Σουΐδ. ἐν λ. ἀνατάσεις.
|lstext='''ἐπαπείλησις''': -εως, ἡ, ἀπειλή, Σουΐδ. ἐν λ. ἀνατάσεις.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐπαπείλησις]], η (AM) [[επαπειλώ]]<br />[[απειλή]], [[φοβέρα]], [[εκφόβιση]].
}}
}}

Latest revision as of 06:33, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 904] ἡ, Drohung, Suid. v. ἀνάτασις.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπαπείλησις: -εως, ἡ, ἀπειλή, Σουΐδ. ἐν λ. ἀνατάσεις.

Greek Monolingual

ἐπαπείλησις, η (AM) επαπειλώ
απειλή, φοβέρα, εκφόβιση.