παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ἵνα ἤθεα κεδνὰ διδάξῃς → take thee a maiden to wife, and teach her ways of discretion
αἰγιβότης, ο (Α)1. αυτός που εκτρέφει κατσίκες2. ο αιγίβοτος.[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰγι- (< αἴξ) + -βότης < βόσκω.