Καλῶς ἀκούειν μᾶλλον ἢ πλουτεῖν θέλε → Opulentiae antepone rumorem bonum → Erstrebe anstatt Reichtum lieber guten Ruf
αἰγιβότης, ο (Α)1. αυτός που εκτρέφει κατσίκες2. ο αιγίβοτος.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αἰγι- (< αἴξ) + -βότης < βόσκω.