εὐίσχιος: Difference between revisions

From LSJ

Φίλον βέβαιον ἐν κακοῖσι μὴ φοβοῦ → Fidelem amicum ne time in rebus malis → Hab in der Not nicht Angst vor einem treuen Freund

Menander, Monostichoi, 533
(6_17)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐίσχιος''': -ον, ἔχων καλὰ ἰσχία, Ἀνθ. Π. 5. 116.
|lstext='''εὐίσχιος''': -ον, ἔχων καλὰ ἰσχία, Ἀνθ. Π. 5. 116.
}}
{{grml
|mltxt=[[εὐίσχιος]], -ον (ΑΜ)<br />αυτός που έχει ωραία ισχία, ωραίους γλουτούς (α. «Μηνοφίλαν εὐίσχιον» β. «εὐίσχιοι βόες»).
}}
}}

Revision as of 06:34, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐίσχιος Medium diacritics: εὐίσχιος Low diacritics: ευίσχιος Capitals: ΕΥΙΣΧΙΟΣ
Transliteration A: euíschios Transliteration B: euischios Transliteration C: evischios Beta Code: eu)i/sxios

English (LSJ)

ον,

   A with beautiful hips, γυνή Inscr.Prien.317, cf. AP5.115 (Marc. Arg.); of a horse, with fine quarters, Hippiatr.115; βόες Hsch. s.v. κάμινοι.

German (Pape)

[Seite 1073] mit schönen Hüften, M. Arg. 1 (V, 116).

Greek (Liddell-Scott)

εὐίσχιος: -ον, ἔχων καλὰ ἰσχία, Ἀνθ. Π. 5. 116.

Greek Monolingual

εὐίσχιος, -ον (ΑΜ)
αυτός που έχει ωραία ισχία, ωραίους γλουτούς (α. «Μηνοφίλαν εὐίσχιον» β. «εὐίσχιοι βόες»).