ἀνακούφισμα: Difference between revisions
From LSJ
φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
(big3_4) |
(3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[elevación de brazos]] τὰ δὲ ἀνακινήματα καὶ ἀνακουφίσματα τὴν μὲν σάρκα ἥκιστα διαθερμαίνει Hp.<i>Vict</i>.2.64.1. | |dgtxt=-ματος, τό<br />[[elevación de brazos]] τὰ δὲ ἀνακινήματα καὶ ἀνακουφίσματα τὴν μὲν σάρκα ἥκιστα διαθερμαίνει Hp.<i>Vict</i>.2.64.1. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το (Α [[ἀνακούφισμα]]) [[ἀνακουφίζω]]<br />η [[ανακούφιση]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:53, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A a relief, Hp.Vict.2.64.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνακούφισμα: -ατος, τό, ἐλάφρυνσις, Ἱππ. 364. 4.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
elevación de brazos τὰ δὲ ἀνακινήματα καὶ ἀνακουφίσματα τὴν μὲν σάρκα ἥκιστα διαθερμαίνει Hp.Vict.2.64.1.
Greek Monolingual
το (Α ἀνακούφισμα) ἀνακουφίζω
η ανακούφιση.