δειπνοσοφιστής: Difference between revisions
φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
(big3_10) |
(8) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[sabio de banquetes]], [[sabio convival]] e.e., que expone durante un banquete sus conocimientos sobre éste y otros temas οἱ ἐν τῷ δείπνῳ ... ἐπιδημήσαντες δειπνοσοφισταί Ath.1c, cf. 2a<br /><b class="num">•</b>tít. de la obra de Ateneo, Ath.1a, cf. St.Byz.s.uu. [[Ἀκόναι]], [[Γάγγρα]], Sud.s.u. [[Ἀθήναιος]]. | |dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[sabio de banquetes]], [[sabio convival]] e.e., que expone durante un banquete sus conocimientos sobre éste y otros temas οἱ ἐν τῷ δείπνῳ ... ἐπιδημήσαντες δειπνοσοφισταί Ath.1c, cf. 2a<br /><b class="num">•</b>tít. de la obra de Ateneo, Ath.1a, cf. St.Byz.s.uu. [[Ἀκόναι]], [[Γάγγρα]], Sud.s.u. [[Ἀθήναιος]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[δειπνοσοφιστής]], ο (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που ξέρει καλά τα [[μυστικά]] της μαγειρικής<br /><b>2.</b> <i>Δειπνοσοφισταί</i>, οι<br />[[τίτλος]] έργου του Αθηναίου. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:03, 29 September 2017
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A one learned in the mysteries of the kitchen: in pl., title of work by Athenaeus.
German (Pape)
[Seite 541] ὁ, der beim Essen gelehrte Gespräche führt; -σταί, der Titel des Werkes des Athenäus.
Greek (Liddell-Scott)
δειπνοσοφιστής: -οῦ, ὁ, ὁ ἐν τῷ δείπνῳ περὶ παντοίων ζητημάτων λόγον ποιούμενος· Δειπνοσοφισταί, Ἐπιγρ. τοῦ βιβλίου τοῦ Ἀθηναίου.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
sabio de banquetes, sabio convival e.e., que expone durante un banquete sus conocimientos sobre éste y otros temas οἱ ἐν τῷ δείπνῳ ... ἐπιδημήσαντες δειπνοσοφισταί Ath.1c, cf. 2a
•tít. de la obra de Ateneo, Ath.1a, cf. St.Byz.s.uu. Ἀκόναι, Γάγγρα, Sud.s.u. Ἀθήναιος.
Greek Monolingual
δειπνοσοφιστής, ο (Α)
1. αυτός που ξέρει καλά τα μυστικά της μαγειρικής
2. Δειπνοσοφισταί, οι
τίτλος έργου του Αθηναίου.