ημιταλαντιαίος: Difference between revisions
From LSJ
ἐφ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι → reclining softly on litters, reclining luxuriously in covered carriages
(16) |
(No difference)
|
Revision as of 07:16, 29 September 2017
Greek Monolingual
ἡμιταλαντιαῑος, -αία, -ον (Α) ημιτάλαντον
ο αγώνας που έχει ως βραβείο το ημιτάλαντο.