θεμελιόθεν: Difference between revisions

From LSJ

Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld

Menander, Monostichoi, 482
(6_6)
(16)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''θεμελιόθεν''': Ἐπίρρ., ἐκ θεμελίων, Γλωσσ.
|lstext='''θεμελιόθεν''': Ἐπίρρ., ἐκ θεμελίων, Γλωσσ.
}}
{{grml
|mltxt=[[θεμελιόθεν]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> <b>επιγρ.</b> εκ θεμελίων, [[άρδην]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θεμέλιον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θεν</i>, κατάλ. δηλωτική της προελεύσεως, αφετηρίας ή από τόπου κινήσεως].
}}
}}

Revision as of 07:17, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θεμελῐόθεν Medium diacritics: θεμελιόθεν Low diacritics: θεμελιόθεν Capitals: ΘΕΜΕΛΙΟΘΕΝ
Transliteration A: themelióthen Transliteration B: themeliothen Transliteration C: themeliothen Beta Code: qemelio/qen

English (LSJ)

= Lat.

   A funditus, Dosith.p.412 K., Gloss.

Greek (Liddell-Scott)

θεμελιόθεν: Ἐπίρρ., ἐκ θεμελίων, Γλωσσ.

Greek Monolingual

θεμελιόθεν (Α)
επίρρ. επιγρ. εκ θεμελίων, άρδην.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θεμέλιον + -θεν, κατάλ. δηλωτική της προελεύσεως, αφετηρίας ή από τόπου κινήσεως].