θυρσίτης: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστιν αἰσχρὸν ἀγνοοῦντα μανθάνειν → Non est inhonestum ea, quae nescis, discere → nicht schändlich ist's, dass einer lernt, was er nicht weiß

Menander, Monostichoi, 405
(6_12)
(17)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''θυρσίτης''': ῑ, ου, ὁ, = ὠκιμοειδές, Διοσκ. (ἐκ τῶν νόθ. λ.) 4. 28.
|lstext='''θυρσίτης''': ῑ, ου, ὁ, = ὠκιμοειδές, Διοσκ. (ἐκ τῶν νόθ. λ.) 4. 28.
}}
{{grml
|mltxt=[[θυρσίτης]], ὁ (Α) [[θύρσος]]<br /><b>1.</b> [[είδος]] ευώδους φυτού, αλλ. ώκιμοειδές<br /><b>2.</b> [[είδος]] πολύτιμου λίθου που μοιάζει με [[κοράλλι]].
}}
}}

Revision as of 07:18, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θυρσίτης Medium diacritics: θυρσίτης Low diacritics: θυρσίτης Capitals: ΘΥΡΣΙΤΗΣ
Transliteration A: thyrsítēs Transliteration B: thyrsitēs Transliteration C: thyrsitis Beta Code: qursi/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ,= ὠκιμοειδές, Ps.-Dsc.4.28 (with

   A v.l. -ῖτις).

Greek (Liddell-Scott)

θυρσίτης: ῑ, ου, ὁ, = ὠκιμοειδές, Διοσκ. (ἐκ τῶν νόθ. λ.) 4. 28.

Greek Monolingual

θυρσίτης, ὁ (Α) θύρσος
1. είδος ευώδους φυτού, αλλ. ώκιμοειδές
2. είδος πολύτιμου λίθου που μοιάζει με κοράλλι.