κοιλαντικός: Difference between revisions
From LSJ
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
(6_10) |
(21) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κοιλαντικός''': -ή, -όν, [[ἐπιτήδειος]] εἰς τὸ κοιλαίνειν, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Μ. Ἐτυμ. | |lstext='''κοιλαντικός''': -ή, -όν, [[ἐπιτήδειος]] εἰς τὸ κοιλαίνειν, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Μ. Ἐτυμ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ό [[κοιλαίνω]]<br />ο [[κατάλληλος]] στο να κοιλαίνει. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:24, 29 September 2017
German (Pape)
[Seite 1466] zum Aushöhlen geschickt, E. M.
Greek (Liddell-Scott)
κοιλαντικός: -ή, -όν, ἐπιτήδειος εἰς τὸ κοιλαίνειν, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Μ. Ἐτυμ.
Greek Monolingual
-ή, -ό κοιλαίνω
ο κατάλληλος στο να κοιλαίνει.