κωδία: Difference between revisions

From LSJ

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source
(13_1)
 
(22)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1540.png Seite 1540]] ἡ, = [[κώδεια]], Mohnkopf; Ar. frg. 166; Medic.; Theophr. – Bei Arist. probl. 16, 8 der Bauch der Wasseruhr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1540.png Seite 1540]] ἡ, = [[κώδεια]], Mohnkopf; Ar. frg. 166; Medic.; Theophr. – Bei Arist. probl. 16, 8 der Bauch der Wasseruhr.
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[κωδία]])<br />η [[κώδεια]], η [[κάψα]] ορισμένων [[φυτών]] που περιέχει τα σπέρματα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[κωδία]] τῆς κλεψύδρας» — το άνω ευρύ [[μέρος]] της κλεψύδρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παρλλ. τ. του [[κώδεια]].
}}
}}

Revision as of 07:26, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1540] ἡ, = κώδεια, Mohnkopf; Ar. frg. 166; Medic.; Theophr. – Bei Arist. probl. 16, 8 der Bauch der Wasseruhr.

Greek Monolingual

η (Α κωδία)
η κώδεια, η κάψα ορισμένων φυτών που περιέχει τα σπέρματα
αρχ.
φρ. «κωδία τῆς κλεψύδρας» — το άνω ευρύ μέρος της κλεψύδρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. του κώδεια.