λαουτζίκος: Difference between revisions

From LSJ

Αὐτάρκης ἔσῃ, ἂν μάθῃς τί τὸ καλὸν κἀγαθόν ἐστι → You will be contented with your lot if you learn what the honourable and good is

Plutarch, De virtute et vitio
(22)
(No difference)

Revision as of 07:30, 29 September 2017

Greek Monolingual

ο
1. τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα
2. οι φτωχοί και αμόρφωτοι άνθρωποι, ο κοσμάκης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαός + επαυξημένη υποκορ. κατάλ. -ουτζίκος (πρβλ. καβγα-τζίκος, μασκαρα-τζίκος)].