μέσον: Difference between revisions

From LSJ

τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out

Source
(6_21)
(24)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''μέσον''': τό, ἴδε ἐν λ. [[μέσος]] ΙΙΙ καὶ V.
|lstext='''μέσον''': τό, ἴδε ἐν λ. [[μέσος]] ΙΙΙ καὶ V.
}}
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />το (ΑM [[μέσον]])<br /><b>βλ.</b> [[μέσο]].———————— <b>(II)</b><br />το<br /><b>φυσ.-χημ.</b> [[κάθε]] [[ουσία]] στο εσωτερικό της οποίας συντελείται ένα [[φυσικό]] ή χημικό [[φαινόμενο]] που χαρακτηρίζεται από ορισμένες ιδιότητες (α. «όξινο [[μέσον]]»<br /><b>6.</b> «οξειδωτικό [[μέσον]]» γ. «διαθλαστικό [[μέσον]]»).
}}
}}

Revision as of 07:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μέσον Medium diacritics: μέσον Low diacritics: μέσον Capitals: ΜΕΣΟΝ
Transliteration A: méson Transliteration B: meson Transliteration C: meson Beta Code: me/son

English (LSJ)

τό,

   A v. μέσος III and V.

Greek (Liddell-Scott)

μέσον: τό, ἴδε ἐν λ. μέσος ΙΙΙ καὶ V.

Greek Monolingual

(I)
το (ΑM μέσον)
βλ. μέσο.———————— (II)
το
φυσ.-χημ. κάθε ουσία στο εσωτερικό της οποίας συντελείται ένα φυσικό ή χημικό φαινόμενο που χαρακτηρίζεται από ορισμένες ιδιότητες (α. «όξινο μέσον»
6. «οξειδωτικό μέσον» γ. «διαθλαστικό μέσον»).