μορφοφωνηματική: Difference between revisions
From LSJ
ἐξέστω Κλαζομενίοις ἀσχημονεῖν → let the Clazomenians be permitted to behave disgracefully (Aelian, Varia Historia 2.15)
(25) |
(No difference)
|
Revision as of 07:39, 29 September 2017
Greek Monolingual
η γλωσσ. βλ. μορφοφωνολογία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. morphophonemics (< μορφή + φώνημα)].