Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μπλε: Difference between revisions

From LSJ

Ἐν νυκτὶ βουλὴ τοῖς σοφοῖσι γίγνεται → A nocte sapiens capere consilium solet → Die Weisen überkommt des Nachts ein guter Plan

Menander, Monostichoi, 150
(26)
(No difference)

Revision as of 12:00, 29 September 2017

Greek Monolingual

ο, η, το
άκλ.
1. κυανός, σκούρος γαλάζιος, μπλάβος
2. (το ουδ.) το μπλε
το κυανό, το βαθυγάλαζο χρώμα
3. φρ. «τον έκανε μπλε στο ξύλο» ή «τον έκανε μπλε από το ξύλο» — τον έδειρε πολύ, τὸν μελάνιασε στο ξύλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. bleu < φραγκικό blao].