ὀνητικός: Difference between revisions

From LSJ

βορβόρῳ δ' ὕδωρ λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ' εὑρήσεις ποτόνonce limpid waters are stained with mud, you'll never find a drink

Source
(a)
 
(29)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0347.png Seite 347]] nützend, nutzbar, VLL.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0347.png Seite 347]] nützend, nutzbar, VLL.
}}
{{ls
|lstext='''ὀνητικός''': -ή, -όν, ὁ δυνάμενος νὰ ὠφελήσῃ, [[ὠφέλιμος]], ἔκ τοῦ Θησ. Στεφάνου.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀνητικός]], -ή, -όν (Α) [[ονητός]]<br />αυτός που μπορεί να ωφελήσει.
}}
}}

Latest revision as of 12:09, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 347] nützend, nutzbar, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ὀνητικός: -ή, -όν, ὁ δυνάμενος νὰ ὠφελήσῃ, ὠφέλιμος, ἔκ τοῦ Θησ. Στεφάνου.

Greek Monolingual

ὀνητικός, -ή, -όν (Α) ονητός
αυτός που μπορεί να ωφελήσει.