περισσοκαλλής: Difference between revisions

From LSJ

Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν → Res pulchra et iram et cupiditatem vincere → Den Zorn zu bändigen und die Begier ist schön

Menander, Monostichoi, 254
(6_7)
(32)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''περισσοκαλλής''': -ές, ὁ εἰς ὑπερβολὴν [[ὡραῖος]], [[περικαλλής]], Κρατῖν. εἰς «Χείρωσι». 1.
|lstext='''περισσοκαλλής''': -ές, ὁ εἰς ὑπερβολὴν [[ὡραῖος]], [[περικαλλής]], Κρατῖν. εἰς «Χείρωσι». 1.
}}
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />εξαιρετικά [[ωραίος]], [[περικαλλής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[περισσός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>καλλής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κάλλος]]), <b>πρβλ.</b> <i>περι</i>-<i>καλλής</i>].
}}
}}

Revision as of 12:17, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περισσοκαλλής Medium diacritics: περισσοκαλλής Low diacritics: περισσοκαλλής Capitals: ΠΕΡΙΣΣΟΚΑΛΛΗΣ
Transliteration A: perissokallḗs Transliteration B: perissokallēs Transliteration C: perissokallis Beta Code: perissokallh/s

English (LSJ)

ές,

   A exceeding beautiful, Cratin.238.

Greek (Liddell-Scott)

περισσοκαλλής: -ές, ὁ εἰς ὑπερβολὴν ὡραῖος, περικαλλής, Κρατῖν. εἰς «Χείρωσι». 1.

Greek Monolingual

-ές, Α
εξαιρετικά ωραίος, περικαλλής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περισσός + -καλλής (< κάλλος), πρβλ. περι-καλλής].