σκιαθήρας: Difference between revisions

From LSJ

τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)

Source
(6_19)
(37)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκιᾱθήρας''': -ου, ὁ, ([[θηράω]]) ὁ θηρεύων τὴν σκιάν, δηλ. ἡλιακὸν [[ὡρολόγιον]], Βιτρούβ. 1. 6· διάφορ. γραφὴ [[σκιοθήρας]], ἴδε [[σκιάθηρον]].
|lstext='''σκιᾱθήρας''': -ου, ὁ, ([[θηράω]]) ὁ θηρεύων τὴν σκιάν, δηλ. ἡλιακὸν [[ὡρολόγιον]], Βιτρούβ. 1. 6· διάφορ. γραφὴ [[σκιοθήρας]], ἴδε [[σκιάθηρον]].
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br /><b>βλ.</b> [[σκιοθήρης]].
}}
}}

Latest revision as of 12:29, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 897] ὁ, eigtl. Schattenfänger, eine Sonnenuhr, die den Schatten gleichsam auffängt u. die Tageszeit dadurch anzeigt, Vitruv. 1, 6.

Greek (Liddell-Scott)

σκιᾱθήρας: -ου, ὁ, (θηράω) ὁ θηρεύων τὴν σκιάν, δηλ. ἡλιακὸν ὡρολόγιον, Βιτρούβ. 1. 6· διάφορ. γραφὴ σκιοθήρας, ἴδε σκιάθηρον.

Greek Monolingual

ὁ, Α
βλ. σκιοθήρης.