σουβλερός: Difference between revisions

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source
(38)
(No difference)

Revision as of 12:30, 29 September 2017

Greek Monolingual

και σουγλερός, -ή, -ό, Ν
αιχμηρός, μυτερός, οξύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σούβλα / σούγλα + κατάλ. -ερός (πρβλ. μυτ-ερός)].