στάλλα: Difference between revisions

From LSJ

φύγεν ἄσμενος ἐκ θανάτοιο → he was glad to have escaped death

Source
(6_4)
(38)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''στάλλα''': Αἰολ. ἀντὶ [[στήλη]]. Συλλ. Ἐπιγρ. 4923. 9.
|lstext='''στάλλα''': Αἰολ. ἀντὶ [[στήλη]]. Συλλ. Ἐπιγρ. 4923. 9.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Α<br />(αιολ. και θεσσ. τ.) <b>βλ.</b> [[στήλη]].
}}
}}

Revision as of 12:31, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στάλλα Medium diacritics: στάλλα Low diacritics: στάλλα Capitals: ΣΤΑΛΛΑ
Transliteration A: stálla Transliteration B: stalla Transliteration C: stalla Beta Code: sta/lla

English (LSJ)

Aeol. and Thess. for στήλη, IG12(2).67.13 (Mytil., ii A.D.), 9(2).517.21 (Larissa, iii B.C.).

Greek (Liddell-Scott)

στάλλα: Αἰολ. ἀντὶ στήλη. Συλλ. Ἐπιγρ. 4923. 9.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(αιολ. και θεσσ. τ.) βλ. στήλη.