χαρτοφύλαξ: Difference between revisions

From LSJ

Τὸν εὐτυχοῦντα καὶ φρονεῖν νομίζομεν → Fortuna famam saepe dat prudentiae → Von dem der glücklich, glaubt man auch, dass er klar denkt

Menander, Monostichoi, 497
(6_15)
(46)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χαρτοφύλαξ''': ὁ, ὁ φυλάττων ἔγγραφα, ἀρχειοφύλαξ, Ἀστέρ. 396, 408Α, Σύνοδ. Κων)πόλ. (536), 1125C, Ἰω. Λυδ. 228· ἐν Μοναστηρίῳ, Στουδ. 1212, - ἴδε [[προσέτι]] Συλλ. Ἐπιγρ. 8760· 9361, Α. Β. 1199 Σουΐδ.
|lstext='''χαρτοφύλαξ''': ὁ, ὁ φυλάττων ἔγγραφα, ἀρχειοφύλαξ, Ἀστέρ. 396, 408Α, Σύνοδ. Κων)πόλ. (536), 1125C, Ἰω. Λυδ. 228· ἐν Μοναστηρίῳ, Στουδ. 1212, - ἴδε [[προσέτι]] Συλλ. Ἐπιγρ. 8760· 9361, Α. Β. 1199 Σουΐδ.
}}
{{grml
|mltxt=-ακος, ὁ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[χαρτοφύλακας]].
}}
}}

Revision as of 12:45, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χαρτοφύλαξ Medium diacritics: χαρτοφύλαξ Low diacritics: χαρτοφύλαξ Capitals: ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΞ
Transliteration A: chartophýlax Transliteration B: chartophylax Transliteration C: chartofylaks Beta Code: xartofu/lac

English (LSJ)

[ῠ], ᾰκος, ὁ,

   A = χαρτουλάριος, Lyd.Mag.3.19, Choerob.in Theod.1.287H., Suid. s.v. Γεώργιος.

German (Pape)

[Seite 1340] ακος, ὁ, der Papiere od. Alten aufbewahrt, Suid. v. Γεώργιος.

Greek (Liddell-Scott)

χαρτοφύλαξ: ὁ, ὁ φυλάττων ἔγγραφα, ἀρχειοφύλαξ, Ἀστέρ. 396, 408Α, Σύνοδ. Κων)πόλ. (536), 1125C, Ἰω. Λυδ. 228· ἐν Μοναστηρίῳ, Στουδ. 1212, - ἴδε προσέτι Συλλ. Ἐπιγρ. 8760· 9361, Α. Β. 1199 Σουΐδ.

Greek Monolingual

-ακος, ὁ, ΜΑ
βλ. χαρτοφύλακας.