Φαίδρος: Difference between revisions

From LSJ

Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)

Source
(44)
(No difference)

Revision as of 12:49, 29 September 2017

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
(στην αρχ. Ελλάδα)
1. γιος του Καλλία από τον δήμο του Σφηττού
2. γιος του Θυμοχάρους, εγγονός του προηγουμένου
3. τίτλος διαλόγου του Πλάτωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φαιδρός, με αναβιβασμό του τόνου].