τριγόνια: Difference between revisions

From LSJ

εἰς δὲ θεοὺς ἀσεβείας τε καὶ εὐσεβείας καὶ γονέας καὶ αὐτόχειρος φόνου μείζους ἔτι τοὺς μισθοὺς διηγεῖτο → and he had still greater requitals to tell of piety and impiety towards the gods and parents and of self-slaughter

Source
(41)
(No difference)

Revision as of 12:49, 29 September 2017

Greek Monolingual

τὰ, Α
(στον Αριστοτ.) τεττιγόνια (βλ. τεττιγόνιον).
[ΕΤΥΜΟΛ. 'Αλλη γρφ. του τεττιγόνια, κατ' επίδραση του τρίζω (πρβλ. τρίγ-λη)].