τρισμέγιστος: Difference between revisions

From LSJ

Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei

Menander, Monostichoi, 148
(eksahir)
(42)
Line 15: Line 15:
{{eles
{{eles
|esgtx=[[el tres veces máximo]]
|esgtx=[[el tres veces máximo]]
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τρισμέγιστος]], -ίστη, -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> [[πάρα]] πολύ [[μεγάλος]]<br /><b>2.</b> (στην αποκρυφολογία) [[προσωνυμία]] του Ερμού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επιτ</i>. <i>τρισ</i>- / <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μέγιστος]]].
}}
}}

Revision as of 12:53, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρισμέγιστος Medium diacritics: τρισμέγιστος Low diacritics: τρισμέγιστος Capitals: ΤΡΙΣΜΕΓΙΣΤΟΣ
Transliteration A: trismégistos Transliteration B: trismegistos Transliteration C: trismegistos Beta Code: trisme/gistos

English (LSJ)

η, ον,

   A thrice-greatest, title of the Egyptian Hermes (Thoth), CPHerm.125ii 8 (iii A. D.), OGI716 (Achmim, iii A. D.), Ph.Bybl. ap. Eus.PE1.10, Corp.Herm. passim. (The Egyptian title is translated μέγιστος καὶ μ. καὶ μ. in Wilcken Chr.109.6 (iii B. C.).)

Greek (Liddell-Scott)

τρισμέγιστος: -η, -ον, τρὶς μέγιστος, σφόδρα μέγιστος, Νικήτ. 5. 280· μεταγεν., ἐπώνυμον τοῦ Ἑρμοῦ, ἴδε Franz εἰς Συλλ. Ἐπιγρ. 3. σ. 339.

Spanish

el tres veces máximo

Greek Monolingual

-η, -ο / τρισμέγιστος, -ίστη, -ον, ΝΜΑ
1. πάρα πολύ μεγάλος
2. (στην αποκρυφολογία) προσωνυμία του Ερμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτ. τρισ- / τρι- + μέγιστος].