τοιχογράφος: Difference between revisions

From LSJ

ἐκτέμνεσθαί τινας φιλανθρωπίᾳ → disarm and deceive by kindness

Source
(b)
 
(41)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1125.png Seite 1125]] an die Wand schreibend, malend, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1125.png Seite 1125]] an die Wand schreibend, malend, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''τοιχογράφος''': -ον, ὁ γράφων ἢ ζωγραφῶν ἐπὶ τοίχου, ὁ τοιχογραφῶν, Ψευδοωριγέν. κατὰ Μαρκ. 1. 131, κλπ.
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ<br />αυτός που γράφει ή ζωγραφίζει σε τοίχο<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[ζωγράφος]] ειδικευμένος στην [[τοιχογραφία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τοῖχος]] <span style="color: red;">+</span> -[[γράφος]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:57, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 1125] an die Wand schreibend, malend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τοιχογράφος: -ον, ὁ γράφων ἢ ζωγραφῶν ἐπὶ τοίχου, ὁ τοιχογραφῶν, Ψευδοωριγέν. κατὰ Μαρκ. 1. 131, κλπ.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ
αυτός που γράφει ή ζωγραφίζει σε τοίχο
νεοελλ.
ζωγράφος ειδικευμένος στην τοιχογραφία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τοῖχος + -γράφος].